- ἔτιλλον
- срывали
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.
ἔτιλλον — τίλλω b. imperf ind act 3rd pl τίλλω b. imperf ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ψώχω — και σώχω Α κατατρίβω, κονιορτοποιώ («καὶ ἔτιλλον οἱ μαθηταὶ αὐτοῡ τοὺς στάχυας καὶ ἤσθιον ψώχοντες ταῑς χερσί», ΚΔ). [ΕΤΥΜΟΛ. < ετεροιωμένη βαθμίδα τού θ. ψη τού ψήω* / ψῆν «τρίβω», με ενεστ. επίθημα χω, δηλωτικό τού τέλους της πράξης (πρβλ.… … Dictionary of Greek